


Είπανε, να πάνε στου Ζανέτου, στην παλιά πόλη, την λεγόμενη και εντός των τειχών Λευκωσία.
Εκείνος συνήθιζε να αποκαλεί την συγκεκριμένη ταβέρνα, «Ναό» έχοντας πλήρη συνείδηση της βαρύτητας της συγκεκριμένης λέξης.
Άλλωστε, κατά τις αντιλήψεις του, οι Ναοί οφείλουν να υπάρχουν μόνο για να τιμούν οι άνθρωποι τις Ηδονές της ζωής και τον Ενθουσιασμό, ενθυμούμενος πάντα πως στην πραγματικότητα Ενθουσιασμός δεν είναι άλλο από την Ένθεη Ουσία του Ανθρώπου.
Παρόλο που ήταν καθημερινή ήξερε πως μάλλον δεν θα έβρισκαν τραπέζι αν δεν έκαναν μια κράτηση και μάλιστα, ίσως ήταν ήδη αργά κάπου στις έξι το απόγευμα.
Ο Ναός, πάντα σφύζει από ζωή, δεν πέφτει ποτέ ούτε καρφίτσα που λέμε με την πανύψηλη και πληθωρική –πάντα γελαστή- φιγούρα του Ζανέτου να κυκλοφορεί διαρκώς από τραπέζι σε τραπέζι για να σιγουρευτεί πως όλοι περνούν καλά.
Μόνο που ξαφνικά, συνειδητοποίησαν πως δεν είχαν τον αριθμό. Η λύση, απλή: «πληροφορίες καταλόγου».
Τηλεφώνησε λοιπόν, «παρακαλώ θα ήθελα τον αριθμό της ταβέρνας Ζανέτος στη Λευκωσία» «ναι κύριε, ακούστε τον αριθμό που ζητήσατε, ευχαριστούμε που μας καλέσατε».
Σημείωσε το νούμερο και αμέσως μετά τηλεφώνησε.
-Ναι...;
-Καλησπέρα, ο Παναγιώτης ο Ζανέτος είναι εκεί να κάνω μια κράτηση για απόψε;
-Α...κύριε μου εν εδώ του Ζανέτου, εδώ εν του Ζανετίδη στον Άγιο Δομέτιο μα και δαμέ , ταβέρνα μαγερκό είναι και όλο κάμουν το λάθος (πολύ γελαστά). Μισό λεπτούιν κύριε να εύρω τον αριθμό να σου τον δώκω.
-Δεν πειράζει, μη σας βάζω σε κόπο, θα τον βρω από τις πληροφορίες.
-Οï..οϊ ε να στον εδώκω εγώ...να, ηύρα τονε, γράφε...
-ευχαριστώ πολύ
-παρακαλώ κύριε καληνύχτα.
Σκέψου στην Αθήνα, να σου συμβεί κάτι ανάλογο. Να πάρεις κατά λάθος ένα άλλο εστιατόριο και, να σου δώσουν χωρίς δεύτερη κουβέντα και με το χαμόγελο το τηλέφωνο του ανταγωνιστή...Το φαντάζεστε; Εγώ πάντως όχι!
Στην καλύτερη περίπτωση, θα σου πουν ένα βαρύ «λάθος κάνετε εδώ είναι του Ταδόπουλου» και γδρουπ!...θα σου κλείσουν το τηλέφωνο.
Η Λευκωσία, είναι μικρή. Αλλά αυτό δεν φτάνει από μόνο του για να στηρίξει την ανθρωπιά που συναντάς πάμπολλες φορές στο δρόμο, στο κατάστημα , στο περίπτερο. Και άλλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες είναι μικρές. Στο Λουξεμβούργο άραγε θα συμβεί κάτι τέτοιο;
Μας διαφεύγει πολλές φορές, εμάς που μένουμε εδώ, πως η Λευκωσία είναι μια πρωτεύουσα –και όχι επαρχία της Αθήνας. Μια βόλτα, αρκεί να σε κάνει να καταλάβεις που βρίσκεσαι. Δεν υπάρχει σχεδόν πια καμία μεγάλη εταιρία, όμιλος, πολυεθνικό κατάστημα που να μην είναι εδώ. Και ειδικά από την ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση, οι παρουσίες πολλαπλασιάζονται σαν τα μανιτάρια στο χωράφι.
Οι μεγάλες εταιρίες Marketing Διαφήμισης και Στρατηγικής Επικοινωνίας είτε είναι ήδη εδώ, είτε καταφθάνουν η μία μετά την άλλη και βέβαια είναι στελεχωμένες από εξειδικευμένους ανθρώπους που εργάζονται σε καθαρά δυτικούς ρυθμούς (όχι ελληνικούς, εδώ οι άνθρωποι δουλεύουν-δεν κάνουν πλάκα και χαβαλέ) και το επίπεδο των ιδιωτικών τουλάχιστον υπηρεσιών είναι εξαιρετικά υψηλό.
Και όμως, για κάποιους λόγους η Λευκωσία παρότι Πρωτεύουσα με όλα τα συνεπακόλουθα, ακόμα κρατάει στην ανάσα της μια παύση , κάνει μια στάση στα δευτερόλεπτα , για ένα βλέμμα , για μια ματιά, για μια μυρουδιά, για μια κουβέντα καλή που δε στοιχίζει τίποτα.
Ίσως να φταινε τα γιασεμιά και τα νυχτολούλουδα που το βράδυ σαν έρθει σε ζαλίζουν ακόμα και μέσα στα διαμερίσματα, λες και τα αρώματα τρυπώνουν από τις γρίλιες των σπιτιών απρόσκλητα.
Σίγουρα δεν είναι η μόνη μυρουδιά, μιας που γύρω στις 8, όπου και να πας στις γειτονιές της Λευκωσίας θα σε αρπάξει από τη μύτη το κοψίδι στη σούβλα.
Στη Λευκωσία , υπάρχει μία απόλυτη βεβαιότητα:
Όσο η γη θα γυρίζει, στην Κύπρο, θα γυρίζουν καθημερινά και οι σούβλες.
Και αυτός εκεί, ο τύπος, με τα μανίκια τα ανασηκωμένα που είναι πάνω από τα κάρβουνα με ένα ποτήρι ζιβανία στο χέρι, το πρωί, στις 8 και 30 μπορεί κάλλιστα να είναι «ατσαλάκωτος» πίσω από το γραφείο του ελέγχοντας την πρόοδο κάποιων εργασιών πολύ σημαντικών και απαιτητικών.
Αυτή, είναι μία όψη της ζωής στην Κύπρο. Ασφαλώς δεν είναι η μόνη και ασφαλώς δεν είναι όλες οι όψεις ειδυλλιακές. Διόλου μάλιστα.
Ωστόσο, είναι αλήθεια, πως εδώ, ακόμα, η καθημερινότητα σου κλείνει το μάτι με έναν τρόπο τελείως απροσδόκητο πολύ συχνά, θυμίζοντάς σου πως είσαι άνθρωπος.