14.3.06

Η Ανά Δύση




Η σκηνή

Γαλάζιο το πράσινο της θάλασσας.

Οι πέτρες ανάλαφρες, επιθεωρούν τους βεβαρυμένους ανθρώπους.

Έντομα πτηνά: Φτερωτές προϋποθέσεις, για μιαν αλλαγή του τοπίου
επί το προϊστορικότερον.

...αν ο Σκύλος έχει τη σοφία του γέρου Υπηρέτη, η Σαύρα κατέχει τα μυστικά των Δεινοσαύρων....

Το ψάρι από την άλλη μεριά, ταξιδεύει στη σιωπή αναζητώντας το θύτη του, σε ένα πέλαγος Βλακείας με σημασία ωστόσο στη γενικότερη των πραγμάτων τάξη.

Εσώρουχες σημαίες
Φυλάττουν τα σύνορα
της Ερωτικής μας Επικράτειας.

Φρουροί, οπλοφόροι με κόνδυλους πουριτανούς ντυμένοι Παρθένα Λευκά
με ύφος τυφλό
αποζητούν
-αν είναι δυνατόν! τον ίσκιο, σ'αυτήν εδώ τη χώρα της Έξαρσης :

Εδώ! Που ήρθαμε πετώντας
Αναζητώντας τόση δα χαρά.
Φεύγουμε τώρα περπατώντας
...με το κεφάλι μας πλάι στην ουρά.

Που πάμε μόνοι αλήθεια σ'αυτήν την ερημιά;
Με χίλιες αλυσίδες και με κομμένα αυτιά;


Η στιγμή

Η Ανάδυση του διάφανου υποβρυχίου έλαβε χώρα στη μεριά της Ερήμου.

Αμμουδιά, άμμος παντού.

Ξαφνικά, μέσα στην Έρημο, κάτι κινήθηκε.
Μετακινήθηκε.

Τότε ήταν που τα κοράκια, τα Όρνια, σίγησαν,
οι Σαύρες μαζεύτηκαν δίπλα δίπλα
και τα φίδια, οι όφιδες
σήκωσαν το λαιμό τους με περιέργεια.

Κοιτάξαμε τα ρολόγια μας.

Είχαν σταματήσει.

Κοιτάξαμε τον ήλιο.

Είχε αλληθωρίσει, ενώ η σελήνη κρύβοταν
πίσω από τη σκιά του Κάστρου.

Οι ήχοι των βομβαρδιστικών αεροπλάνων του 40
που χρόνια στοίχειωναν την Έρημο
σταμάτησαν κι αυτοί.


Ο Σκορπιός θύμωσε.
Είχε μια συνείδηση δικαστή και τώρα , ο φόβος,
απροειδοποίητα κοίταγε άλλού τη ματιά του.

Η άμμος αναδεύτηκε για λίγην ώρα.

Βοή, καμιά.

Βγήκε δειλά το περισκόπιο.

Διάφανο κι αστραφτερό, θύμιζε μια τελειωμένη αυτοκρατορία των άστρων.


Κοίταξε δεξιά.
Κοίταξε αριστερά.
Ψήλωσε κι άλλο και σιγά, όλο το υποβρύχιο φάνηκε.

Η άμμος έτρεχε από τα πλευρά του, οι δεξαμενές του αδειάζανε
ένα νερό ασημένιο και παχύ.

Πολύτιμο στην όψη τουλάχιστον.

Άνοιξε η μπουκαπόρτα και φάνηκε το πλήρωμα
που στάθηκε σε παράταξη τιμής για τον καπετάνιο.

Τέλος, ήρθε και αυτός.

Ήταν όλοι τους χρόνια πολλά πεθαμένοι.
Οι στολές τους, κρατούσαν κάτι από το ευγενικό μπλε του ναυτικού
μα ήταν πια κουρέλια και δύσκολα κάλυπταν τα λευκά κόκαλα.

Ο καπετάνιος, έσφιγγε στη γελαστή μασέλα ένα τσιμπούκι σβηστό με φύκια στη θεση του καπνού...

Έτσι, ο ήλιος έσβησε κι έλαμψε μια μοναδική Πανσέληνος πριν την ώρα της.

Ακούστηκε η σφυρίχτρα.

Παράξενο:

Διάφανο το σκάφος κι ωστόσο τίποτα δεν έβλεπες μέσα.

Ήταν μια σκληρή και αδιαπέραστη διαφάνεια.

Κρα! Κρα!...έκανε ένα κοράκι, ενώ τα φίδια, οι όφιδες
την ίδια σχεδόν στιγμή
σσσσσσστ!
το μάλωσαν κι αυτό το καημένο δεν ξαναέβγαλε άχνα.

Εν τω μεταξύ, κατέφθασεν η αντιπροσωπεία των Λεόντων.
Ο Πρωτολέων, γεμάτος παράσημα γκέτες κι ένα καπέλο που θύμιζε Νέλσωνα, βρυχήθηκε δείχνωντας την παρουσία του.

-Εδώ είμαι.

Είπε, και την ίδια στιγμή θυμίαμα, έρημα στασίδια κι ιπτάμενοι ορθόδοξοι τρούλοι.

Αριστερά του υποβρυχίου, ήρθε και φάνηκε χλωμή η Αρχαιότητα:
Κολόνες, υφάσματα απαλά, σκάλες και κιούπια σφιχτά στο θυμαρίσιο μέλι.

Στα τραπέζια τα μεγάλα, έπιναν κρασί και νερό ο Αλκιβιάδης με τον Ναπολέοντα, ο Μεγαλέξαντρος με το μεγάλο Χαν.

Σερβίριζε ευγενικά ένας μικρούλης Χίτλερ με ψεύτικο μουστάκι και κοντά πέτσινα παντελόνια.

Χάθηκαν...


Δεξιά του υποβρυχίου,ήρθε και φάνηκε περαστική η Ταξιαρχία Θανάτου των Σκοτσέζων.

Πίπιζες και ταμπούρλα, και ο γελωτοποιός με το κεφάλι πουλιού και σώμα βατράχου έκανε τούμπες τρεις πριν καταδυθεί στο τσίγγινο ντέφι του.


Χάθηκαν.

Στο βάθος για δευτερόλεπτα
αναβόσβησε κι αναβόσβησε σα φάρος του Αιγαίου μια γιγάντια γκιλοτίνα.

Έτσι, η σφυρίχτρα από το υποβρύχιο σιώπησε χαρίζοντας τον ήχο της
στο βυθό της ερήμου.



Γυάλισε αλμυρό το δάκρυ του καπετάνιου.
Ανεξήγητο δάκρυ, μιας που οι αδένες απουσίαζαν και στο κρανίο δεν υπήρχαν
παρά μόνο δύο τρύπες σκοτεινές που εγκυμονούσαν τη Γνώση του Θανάτου.

Δάκρυσε λοιπόν ο καπετάνιος.

Το πλήρωμα έσκυψε το κεφάλι.

Άρχισαν να κατεβαίνουν από το σκάφος ένας ένας τηρώντας
τη ναυτική εθιμοτυπία . Τελευταίος, ο καπετάνιος.
Μπροστά τους, ήρθε και φάνηκε πανύψηλος ένας ιστός.
Στην κορφή του, σημαία ολόλευκη και ανεμισμένη.

Κυκλώθηκε τότε ένα αεράκι ψυχρό κι άρχισαν αμμόκοκκοι να σηκώνονται
χίλιοι και χίλιοι σ ένα ολοένα και πιο πυκνό σύννεφο.

Το πλήρωμα, ο καπετάνιος, χέρι χέρι πιάστηκαν κι έτσι όπως σκοτείνιασε
ο οφθαλμός της σελήνης μπήκαν στη δίνη, μπήκαν χάθηκαν...


Χάθηκαν...


Χάθηκαν, ενώ την ίδια ώρα το υποβρύχιο έλιωνε έχανε το σχήμα
σε λίγο έμοιαζε βούτηρο εκτεθειμένο για ώρα πολλή στον ήλιο, σε λίγο ήταν μια λίμνη στο ασημί ρευστή παρουσία και να ,που τώρα τίποτα:

Ούτε ένα τόσο δα σημαδάκι*
κι έσκυψε ο αέρας και κατέβηκαν οι αμμόκοκκοι
και βρήκαν ξανά τους συτρόφους κόκκους
κι έγιναν όλα, άμμος ξανά.

Τα κόκαλα θάφτηκαν βαθιά μέσα στην άμμο, η σελήνη βγήκε από το Κάστρο
βγήκε ο ήλιος
σκληρός σαν την αγάπη και φώτισε το κάθε τι.

Η σαύρα, στέγνωσε τη λύπη της στ' αγκάθι
κι ένιωσε σιγουριά για τη Γνώση που'χε κληρονομήσει.
Τα κοράκια ,τα Όρνια πέταξαν να πάνε αλλού ναβρουν άλλα, να δουν καινούργια.

Τα φίδια, οι όφιδες ακτινώθηκαν και γλίστρησαν σ'όλες τις κατευθύνσεις
της ερημιάς.

Ο Πρωτολέων έβγαλε τη στολή.
Ξάπλωσε με την πλάτη, άνοιξε τα πόδια του και κοιμήθηκε δείχνοντας τ' αχαμνά του στον ήλιο.

Οι φρουροί;

Αυτοί μπήκαν στη σύνταξη ή πέθαναν από πρόωρο γήρας όταν η χώρα μεταβλήθηκε σε Βασίλειο της Υπότασης.

Έτσι, καλή μου, πετάξαμε τα ρολόγια μας
παρότι άρχισαν να δουλεύουν ξανά

Τικι τακ,Τικι τακ,Τικι τακ,
τρίζει η άμμος και κυλά.

Η Αυλαία

Γαλάζιο λοιπόν το πράσινο της θάλασσας.

Οι πέτρες είναι πάντα ανάλαφρες και επιθεωρούν τους γλυκά βεβαρημένους ανθρώπους.

Μη νομίζεις.

Θα έρθει η εποχή που ακόμα και οι σκύλοι θα κατακτήσουν τη Γη της Ειρωνίας.

Έντομα, πτηνά, φτερωτές προϋποθέσεις για μια αλλάγή της Ιστορίας επί το Προϊστορικότερον.

Όταν:

πίσω από τα όρη της Σίφνου καθώς θα κάθεσαι στο μαγικό καφενείο του Κάστρου θα με συνατήσεις αγαπημένη, στο βύθισμα των υποβρυχίων του Ωκεανού, στη μετάνοια ανάδυσή τους
στη μέση της ερήμου των ερήμων.

Καθώς οι είρωνες σκύλοι και οι πλαγιές των Κυκλάδων θα αποκτούν
-επιτέλους- τους Δεινόσαυρους που έχασαν πολεμώντας Εμφύλια:

Δέντρο με δέντρο
Πέτρα με πέτρα
Γαλάζιο με γαλάζιο
Δάκρυ με δάκρυ, καθώς τα πληρώματα της Αρχαία Πίκρας θα βυθίζονται για πάντα σε άνυδρες περιοχές.

Έτσι, καθώς λοιπόν και τότε
Ίσως, μπορεί να συνατηθούμε
καβάλα σ' ένα σύννεφο
πετώντας και φορώντας τις νέες μας στολές.

Βλέπεις, μάτια μου, πέρασαν πολλά χρόνια από Τότε.

Πολλά χρόνια .

Πολλά.

----------00000-------

Γράφτηκε ένα καλοκαίρι στο Κάστρο της Σίφνου.

Θα μπορούσα να πω ...η Σίφνος του Κάστρου, μιας που για μένα το Κάστρο είναι περίπου το κέντρο του κόσμου. Τόπος μαγικός μοιάζει να έχει προσγειωθεί στο μικρό κυκλαδίτικο νησί ερχόμενο από ένα άλλο δικό του σύμπαν.

Γράφτηκε κυριολεκτικά στον πυρετό ενός πολύ καυτού ήλιου, σε ένα βράχο κοντά στα Σεράλια και διορθώθηκε και ξαναγράφτηκε πολλές φορές στο καφενείο του Λεμπέση στη μπούκα του Κάστρου. Μετά, κρύφτηκε και ξαναβγήκε στην επιφάνεια πριν από λίγα χρόνια για να υποστεί κάποιες τελικές (;) διορθώσεις πριν πάρει μαζί με τ’ άλλα το δρόμο του τυπογραφείου.

Σήμερα, προκειμένου να το ανεβάσω εδώ, δεν το έκανα ούτε copy paste ούτε το ξεσήκωσα από κάποια λογοτεχνική σελίδα , όπως ορισμένα από τα προηγούμενα.


Το αντέγραψα, το δακτυλογράφησα από την αρχή. Έδωσα έτσι στον εαυτό μου χώρο για να ξαναταξιδέψω –με άλλη ματιά- στις ώρες που το πρωτόγραφα, τότε στο Κάστρο. Μπόρεσα να δω κιόλας με αυτόν τον τρόπο τις διαφορές που έχω τώρα στη διαχείριση κάποιων συμβόλων. Και υπάρχουν. Ωστόσο δεν το «πείραξα» το άφησα όπως ακριβώς είναι στο βιβλίο, ίσως με κάποιες μικροδιαφορές σε κάποια κόμματα, σε κάποιες στίξεις. Το σημείο * παίζει το ρόλο της άνω τελείας. Δυστυχώς δεν υπάρχει στα πληκτρολόγια και έτσι...

Ανά Δύση και όχι Ανάδυση είναι ο τίτλος.

Ίσως, μια εσωτερική «προφητεία» για τη έννοια "δύων ανατέλλων" που ήρθε πολύ αργότερα, όταν έγραψα το ομώνυμο ποίημα

Ανήκει στον κύκλο με τίτλο «η Πανσέληνος βροχή» το δεύτερο μέρος του Ο Δύων Ανατέλλων.

Το υποβρύχιο, σαν πάτε στο Κάστρο δεν θα το δείτε, παρά μόνο αν σταθείτε μακριά από το Κάστρο, στην πρώτη στροφή που αποκαλύπτει το χωριό στα μάτια σας στο δρόμο από την Απολλωνία.


Μόνο που πρέπει να είναι νύχτα και να έχει Πανσέληνο. Τότε, έρχεται το υποβρύχιο, ρίχνει τα σχοινιά στο χωριό και το ανά-δύει τραβώντας το στον ουρανό με ρότα για την έρημο.

19 σχόλια:

Κωστής Γκορτζής είπε...

Απόλαυση!

apousia είπε...

Aυτές οι δύο τρύπες στο κρανίο του καπετάνιου,που εγκυμονούσαν τη γνώση,αναρωτιέμαι αν τη γέννησαν,αρτιμελή ή παραμορφωμένη..
Κι ο καπετάνιος με το πλήρωμα,χέρι-χέρι..
Οι παλαιοί νεκροί,που βγήκαν απ'τον κύκλο και αναστήθηκαν,χαμογελώντας,σε μια παράξενη ησυχία..
Πάντα οι άκαιροι και αυθαίρετοι συνειρμοίμου,συγχωρέστε τους.

γιώργος είπε...

Για μία ακόμη φορά, ευχαριστώ...

hardrain είπε...

Ημίαιμε και Γιώργο ευχαριστώ,είναι μεγάλη χαρά να προτείνεις ταξίδι και να έχεις συνταξιδιώτες...

Απουσία, η αλήθεια είναι πως καθώς αντέγραφα το κείμενο τους σκέφθηκα τους συνειρμούς που θα σας δημιουργούσε.

Δεν είναι ούτε άκαιροι ούτε αυθαίρετοι. Άλλωστε, οι συνειρμοί, είναι πάντα Συν-ειρμοί και κατά κανόνα διατηρούν τη γοητεία της αυθαιρεσίας.

Rodia είπε...

Μαγευτικό...
Σε τραβάει και δε σ' αφήνει!
Πολύ ωραία η εικόνα, εξίσου μαγευτική, θυμίζει την Αρχή του Παντός.

Ομορφα ξεκίνησε η περιήγηση σήμερα!

Να είσαι καλά:-)

Ανώνυμος είπε...

Mou leipeis file Giwrgo. Eytyxws pou yparxei ayto to blog na se diabazw. Kathe keimeno kai ena taxidi kai latreyw ta taxidia...
Eyxaristw!

Navagos

hardrain είπε...

@ Ροδιά, χαίρομαι που σε ''πήρε''. Αρχή του Παντός; Ενδιαφέρον, δε μου είχε περάσει ποτέ από το μυαλό σαν αίσθηση-στο συκεκριμένο κείμενο. Ευκαιρία ίσως να ...εικονο-ποιήσεις κάτι;

@Navage-Χρήστο, να περνάς τακτικά. Το δικό σου το blog to βρόντηξες;

Λαμπρούκος είπε...

Αγαπημένε μου Δύων Ανατέλλων (γιατί δε ξέρω πως κάνει η αιτιατική),

μόλις διάβασα το σκηνικό τα κατάλαβα όλα. Σίφνος κι ο ήλιος να καίει, να γιατί τα έβλεπες τα υποβρύχια στην έρημο. Προφανώς ήταν τα μπρατσάκια του Γιωργάκη στην παραλία της "Καλής γριάς". Κι ύστερα οι διορθώσεςι σου έχω πει δε μπορούν αν γίνονται με τα τσίπουρα και τα μεζεκλίκια παραμάσχαλα. Αφενός γιατί το τουρσί όπου πέσει αφήνει λεκέ, αφετέρου γιατί με το τσίπουρο διορθώσεις δε γίνονται πως να τι κάνουμε...
Πιες ένα πικρό καφεδάκι να σε καταλάβω...

Παρόλα αυτά το αποτέλεσμα ήταν (παραδόξως) έξοχο!

hardrain είπε...

Χαχαχα Λαμπρούκο,ίσως γιατί οι διορθώσεις έγιναν μόνο με καφέδες σε ώρες απογευματινές στον ίσκιο της συκιάς του καφενείου. Ήμουν μόνος μου στο Κάστρο και, δεν πίνω σχεδόν ποτέ μόνος. (σχεδόν είπα, όχι ποτέ)

Xνούδι είπε...

Ναι...

:-)

NinaC είπε...

Ονειρεμένο ταξίδι, Γιώργο...

Αθήναιος είπε...

Γράψατε το πρωί ότι εν αγνοία μου σας έβαλα στον κόσμο του μπλόγκιν. Διαβάζοντας τα κείμενα στο μπλογκ σας νομίζω ότι η δήλωση αυτή ήταν υπερβολικά ευγενική από μέρους σας.Σας ευχαριστώ πάντως.

Αν κ ο Άμος Όζ συνεχώς συμβουλεύει τους αναγνώστες να μην προσπαθούν να αντλήσουν πληροφορίες για τους συγγραφείς διαφόρων κειμένω κ κυρίως να μην προσπαθούν να καταλάβουν ποια σημεία στο λόγο τους είναι αυτοβιογραφικά, δεν μπορώ να μην πω ότι νομίζω πως έχουμε γνωριστεί αν κ δεν έχει σημασία κ αν κ είναι (μάλλον) αδύνατο να προσδιορίσετε τη δική μου ταυτότητα απο τα γραπτά μου.

Μου ζητήσατε ν'απαριθμήσω τις "δια-φωνίες"μας. Μετά από ένα ποίημα,μια τέτοια λίστα θα συνιστούσε παρα-φωνία.

Αφήστε που στην τελική, μετραει η επίγευση κ δε βρήκα πουθενά να με χαλάει.

Αθήναιος είπε...

Εντάξει. Τώρα τα διάβασα όλα κ χαιρομαι υπερβολικά για τη σύμπτωση. :-)

Xνούδι είπε...

Σιωπή...
Και από κάπου μακριά, αχνές φωνές.
Σιωπή....
Ποτάμια χρόνου που κυλάνε και νομίζουμε πως δεν αφήνουν ίχνη..αλλά χαράζουν βαθιά.
Και μπροστά από όλα αυτά,
σιωπή... Οχι χίλιες. Μια σιωπή...
Ησύχασαν και οι φωνές....
σταμάτησε και ο ήχος της ανάσας...

(Μου αρέσει η ντυμένη με ανάσες σιωπή)

Εκεί που περπατάς μέρα μεσημέρι ξεφυτρώνει σαν μαριονέτα με ελατήριο σε κουτί που άνοιξες το καπάκι του.
Τα βράδυα την ώρα που κλείνεις τα μάτια σου,στο μεταίχμιο του ύπνου.
Μέσα στο βουητό της δουλειάς σου.
Την ώρα που κοιτάς στα μάτια την αγάπη.
Στα διανοητικά σου ταξίδια.
Μέσα στα παραμύθια σου.
Ακόμα και στο μαγικό καφενείο του κάστρου. Ακόμα κι εκεί.

Καλησπέρα.

Μαύρος Γάτος είπε...

"βγήκε ο ήλιος
σκληρός σαν την αγάπη και φώτισε το κάθε τι"

...και πήραν τα όνειρα εκδίκηση...

Σ;))))))))))))))))))))))))))))))))

paragrafos είπε...

Ήλιε μου, Ήλιε μου, βασιλιά μου...

Με αγάπη

Παράγραφος

Ανώνυμος είπε...

Η Ανα Δυση δεν είναι ''ωραιο ταξιδι'' και αλλα τετοια ειναι νομίζω μια πολυ εντονη σουρεαλιστικη αφηγηση πανω στην ιστορια οπως και ολα τα κειμενα του ''δυοντως''. Αμα τα δειτε ολα μαζυ δεν ειναι τιποτα αλλο παρα μια εμμονη στην ταυτοτητα και το χρονο. Η αναδυση ειναι χωρισμενη σε 3 μερη- σκηνη, στιγμη , αυλαια, και με προσεκτικη αναγνωση εγω καταλαβα πως ολη η ''δραση'' η τόσο αναλυτικη δεν εχει αλιθηνη διαρκεια μεγαλυτερη απο ενα ανοιγοκλειμα του ματιου.
Ειναι μια ''παραίσθηση'' πανω στην ιστορια γραμμενη με ψυχροτητα χειρουργειου ακομα και εκει που λεει ''ματια μου καποτε''κλπ κραταει τεραστια αποσταση.
Εμενα για αυτο μα αρεσει τοσο πολυ και η Ανα δυση.

thanderv@yahoo.gr

Ανώνυμος είπε...

καλησπερα!δεν εχω να παραθεσω καμια
βαθυστοχαστη σκεψη οσον αφορα το κειμενο περα απ το οτι μου αρεσε. αλλα...
θα ηθελα να σημειωσω πως η αιτιατικη του δυων ανατελλων ειναι δυοντα ανατελλοντα

οχι τιποτα αλλο τουλαχιστον να μην πανε στραφι οι ωρες που διαβαζα χθες την γ' κλιση ουσιαστικων... :P
:PPPPPPPPP

Ανώνυμος είπε...

Best regards from NY!
counter surveillance .pdf web hosting domain free blackjack games blogspotcom consolidating debt site time share resale resort 20 plush toy manufacturer