
Η σημαντικότατη Μαργκερίτ Γιουρσενάρ, έλεγε κάπου, πως το πλέον "αντικειμενικό" είναι το απόλυτα συνειδητό υποκειμενικό.
Ναι και πάλι ναι. Με την εξής αναγκαία νομίζω, διευκρίνηση:
Μιλάμε για Υποκείμενα που ζουν σε αυτόν τον κόσμο και δεν σπαταλούν τζάμπα τον αέρα είτε με τον χωρίς έλεγχο ναρκισισμό τους, είτε ταξιδεύοντας σε ένα πέλαγος
κλαυσίγελων και
παχύδερμης καψουροευαισθησίας.
Οι Τρελοί και άλλα εξωτικά του Δάσους, ανήκουν στην πρώιμη εφηβεία ταλαντούχων -ίσως- νεανίσκων ο δε λεγόμενος ρόλος της Τέχνης, δεν μπορεί να είναι θέμα συζήτησης καφενείου, έστω και ψηφιακού, εκτός αν το βάρος του Αντικειμένου, αναιρεί την ελαφρότητα του μέσου και ακυρώνει την βλακεία κάποιων σχολίων.
Μα τους Θεούς, , υποφέρω όταν βλέπω, διαβάζω, ακούω, "απόψεις" που υπάρχουν μόνο και μόνο για να είναι αρεστές σε κάποιες τάχα "ευαίσθητες ψυχές" όπως αντίστοιχα και όταν διαβάζω "στίχους" που παριστάνουν την Ποίηση και που γράφτηκαν πάλι για να εκφράσουν τον εγωκεντρικό αυτισμό του όποιου γράφοντος.

Ασφαλώς και "Αιών παίς παίζων έστι πεττεύων, παιδός η βασιληίη" αλλά δεν μπορεί αυτό να αποτελεί άλλοθι για την κάθε σαχλαμάρα.
Ας σκεφθούν ορισμένοι ότι ο Ηράκλειτος που υπογράφει το πιο πάνω "τσιτάτο" παρήγαγε σκέψη που την συζητάμε σα να είναι προϊόν της χθεσινής μέρας μόλις.
Μένω πάντα εμβρόντητος όταν συνομιλώ με ανθρώπους που υποτίθεται πως Δημιουργούν, έχουν "αγωνίες" και ωστόσο δεν ξέρουν τι συμβαίνει δίπλα στη μύτη τους, δεν έχουν έναν τόσο δα λεπτό ιμάντα σύνδεσης με την Ιστορία, δεν αγωνιούν παραγωγικά για τον Κόσμο αλλά και για την Διαδρομή της Τέχνης που (λένε πως) υπηρετούν.
Σα να μιλάς με "ζωγράφο" που δεν ξέρει ποιός είναι ο Σεζάν και τι ρόλο έπαιξε στην ζωγραφική του 20ου αιώνα.
Ζούμε σε εποχή πονηρή (πότε δεν ήταν έτσι;;;)
Ζούμε σε μία εποχή που η εξουσία προβάλει το ανάλγητο πρόσωπο της με την πιο μεγάλη ένταση (ή μήπως απλά τελειώνουν τα τεχνάσματα;;)
Ζούμε σε μία εποχή που οι Έμποροι αλλά και οι μωροί και αφελείς ακόλουθοί τους, μας ταλανίζουν με την παραμύθα του Τέλους των Ιδεολογιών.
Αυτοί οι τελευταίοι είναι οι... "ευαίσθητοι", ακόμα πιο κακοήθεις, ως μεταστατικοί καρκίνοι, χειρότερη από αυτούς που τους παρασύρουν.
Ζούμε σε μία εποχή, δεν θα κουραστώ να το λέω, που αργά ή γρήγορα, θα κληθούμε να αποφασίσουμε που είμαστε και σε ποια πλευρά στεκόμαστε.
Έρχεται η στιγμή ν’α αποφασίσεις, με ποιους θα πας και ποιους θ’ αφήσεις.
Το θυμάστε αυτό ε;
Στην εποχή της "αρπαχτής" και της συναλλαγής, το μελό κάθε είδους είναι "Απέναντι" και εχθρικό για κάθε Ανθρωπιστική Αξία.
"Ράγκα-παράγκα λοιπόν το θούριον. Με την λαλιάν αυτών που ομιλούν στην οικουμένη - ή όταν τα συνήθη λόγια δεν αρκούν" που έλεγε και ο Εμπειρίκος.
Ας γίνουμε αυστηροί. Έλεος πια, η χωρίς όρια επιείκια στη Βλακεία δεν συνιστά καλοσύνη αλλά Φ.Π.Α. (Φόρος Προστιθέμενης Ανοησίας)
Ας γίνουμε κριτικοί.
Ας καταλάβουμε ότι για να προχωρήσουμε ένα ή έστω μισό βήμα ΔΕΝ μπορούμε να είμαστε διαρκώς αρεστοί προς όλους και όλα. Το να επιδιώκεις διαρκώς να είσαι αρεστός παντού, είναι ο συντομότερος δρόμος για την απόλυτη ανυπαρξία.
Ας αποβάλλουμε από τον αέρα μας την βλακεία, όποτε την νιώθουμε να "πνέει".
Και, ας κάνουμε και ένα βήμα πέρα από της ψηφιακές κουβέντες.
Το να μακαρίζουμε "εκείνη την εποχή" που υπήρχαν τα έξοχα καφενεία με τον Βάρναλη τον Τσαρούχη, τον έναν και τον άλλο, είναι μια ήττα. Στο χέρι μας είναι να παρέμβουμε και να υπάρξουμε και να κάνουμε την φωνή μας να ακουστεί, όσο μπορεί.
Ή όχι;
Έλεγε ο Ρόμπερτ Μούζιλ, σε μία διάλεξη του Περί Βλακείας στη Βιέννη, το 1937:
Κάποιος που αποτολμά να μιλήσει περί βλακείας, διατρέχει σήμερα τον κίνδυνο να βρεθεί σε πολύ δύσκολη θέση: ενδέχεται να το ερμηνεύσουν ως αλαζονεία ή ακόμα και ως διατάραξη της σύγχρονης εξέλιξης.
Εγώ ο ίδιος έγραψα πριν μερικά χρόνια: Αν η βλακεία δεν ήταν σχεδόν απαράλλαχτα όμοια με την πρόοδο, το ταλέντο, την ελπίδα ή τη βελτίωση, κανείς δε θα δεχόταν να είναι βλαξ. Αυτό συνέβη το 1931, και κανείς δε θα διανοηθεί να αμφισβητήσει πως ο κόσμος έχει από τότε προοδεύσει και εξελιχθεί! Έτσι λοιπόν, έχει γίνει μάλλον επιτακτικό το ερώτημα: τι ακριβώς είναι η βλακεία; Δε θα ήθελα επίσης να παραλείψω να αναφέρω πως, ως συγγραφέας, γνωρίζω τη βλακεία πολύ μεγαλύτερο διάστημα, θα μπορούσα μάλιστα να πω πως ορισμένες φορές είχα μαζί της συναδελφικές σχέσεις!
Εξάλλου, μόλις γεννηθεί ένας λογοτέχνης βρίσκεται αντιμέτωπος με μία σχεδόν απερίγραπτη αντίδραση, που φαίνεται ικανή να πάρει κάθε μορφή: προσωπική, όπως για παράδειγμα η σεβάσμια μορφή ενός καθηγητού της φιλολογίας, ο οποίος, συνηθισμένος να στοχεύει σε αποστάσεις απροσδιόριστες, αστοχεί ολέθρια στο παρόν, ή αφηρημένα γενική, όπως τη μορφή της αλλοίωσης του αντικειμενικού κριτηρίου από το εμπορικό, αφότου ο Θεός, με τη δυσνόητη για εμάς Χάρη Του, παραχώρησε τη γλώσσα των ανθρώπων και στους παραγωγούς ομιλουσών τανινών.
Έχω ήδη περιγράψει κατά καιρούς περισσότερα από αυτά τα φαινόμενα αλλά δεν είναι απαραίτητο να επαναλάβω ή να ολοκληρώσω τον απολογισμό (ίσως μάλιστα να είναι αδύνατο, αν λάβουμε υπ’ όψη μιας τάση μεγαλοποίησης που διακρίνει σήμερα τα πάντα): είναι αρκετό να υπογραμμίσω ως βέβαιο συμπέρασμα πως η αφιλότεχνη διάθεση ενός λαού δεν εκφράζεται μόνο σε δύσκολες εποχές και με ωμό τρόπο, αλλά και στις καλές και με κάθε δυνατό τρόπο, έτσι ώστε η καταπίεση και η απαγόρευση να διαφέρουν πλέον από τους τιμητικούς διδακτορικούς τίτλους, τις αναγορεύσεις των ακαδημαϊκών και τις απονομές βραβείων μόνο ως προς το βαθμό. Ανέκαθεν υποπτευόμουν πως αυτή η πολύμορφη αντίδραση απέναντι στην τέχνη και το εκλεπτυσμένο πνεύμα, ενός λαού που κομπάζει ως φιλότεχνος, δεν είναι παρά βλακεία, πιθανώς ένα ιδιαίτερο είδος της, μια ιδιαίτερη, αισθητική ή ακόμα και συναισθηματική βλακεία ή οποία εν πάσει περιπτώσει εκφράζεται έτσι ώστε αυτό που αποκαλούμε ωραίο πνεύμα θα μπορούσε να είναι ταυτόχρονα και μια ωραία βλακεία.
Ακόμα και σήμερα δεν έχω κανέναν ιδιαίτερο λόγο να αναθεωρήσω αυτήν την αντίληψη. Φυσικά δε μπορούμε να αποδώσουμε στη βλακεία όλα όσα αλλοιώνουν ένα τόσο αμιγώς ανθρώπινο μέλημα όπως είναι η τέχνη – πρέπει να συμπεριλάβουμε και τα διάφορα είδης της έλλειψης χαρακτήρα, όπως μας έχουν διδάξει οι εμπειρίες, των τελευταίων κυρίως, ετών.
Ούτε μπορούμε όμως να ισχυριστούμε πως η έννοια της βλακείας δεν έχει εδώ καμία θέση επειδή αφορά τη νόηση και όχι τα συναισθήματα, ενώ αντιθέτως η τέχνη εξαρτάται από αυτά. Αυτό θα ήταν σφάλμα, γιατί ακόμα και η αισθητική απόλαυση είναι συγχρόνως κρίση και αίσθημα.
Το κείμενο αυτό είχε πρωτογραφτεί με αφορμή μια πολύ ενδιαφέρουσα παρέα πεζογράφων, ποιητών και δοκιμιογράφων που στην κυριολεξία είχαν μεταφέρει στο διαδίκτυο την ατμόσφαιρα των φιλολογικών καφενείων άλλων εποχών.
Καθώς το κοιτούσα σήμερα το πρωί, σκέφθηκα να το μεταφέρω εδώ, με ελάχιστες διορθώσεις και με ελεύθερη βέβαια στο καθένα τη διεργασία της αναγωγής. Θα μπορούσε κάλλιστα, να μιλάει για οτιδήποτε και όχι αυστηρά για την Λογοτεχνία ή την Τέχνη στο διαδίκτυο, αλλά για την Πολιτική κλπ. Αλλά, όλα ένα δεν είναι στο τέλος;