10.3.06
Αυνανιστού Εγκώμιον
Θυμάσαι πως μυρίζει το αίμα;
Θυμάσαι την γλυκιά ζεστή γεύση που έχει σαν το φέρνεις στα χείλη;
Θυμάσαι τότε που οι πληγές σου ήταν ακόμα νέες κι ανοιχτές , σαν τις ρωγμές του τοίχου μετά τον σεισμό του προηγούμενου λεπτού;
Γιατί δεν αιμορραγείς πια;
Γιατί είσαι τόσο στεγνός ακόμα και στην προοπτική του ίδιου σου του τέλους;
Γιατί δεν θρηνείς την απολεσθείσα μαγεία σου;
Γιατί μένεις εκεί ακίνητος μα τόσο ακίνητος μα τόσο ακίνητος ;
Κάποτε κοιτούσες τον καθρέφτη και ήξερες πως η ματιά σου θα τον σπάσει σε χίλια κομμάτια.
Κάποτε, πότε;- αχ ξόδευες μαλάκα μου την ύπαρξη σε φλέβες ναι αχ πονούσες ω!
Ξέσκιζες τις σάρκες σου στα ηλεκτροφόρα σύρματα και ε!
Τι έκαμες ; Α! Ω! Ε! Ταχυπαλμία ναι!
Σταματούσαν τα ρολόγια τότε μαζί με την αναπνοή σου τότε , αχ τότε , σταματούσε η Ιστορία με την αναπνοή σου και ναι, ναι, ναι, σε βλέπω ολόρθο να ισορροπείς πάνω σε μια τεντωμένη χορδή κιθάρας , γλιστράς , γλιστράς , και γίνεσαι δυο , τρία , τέσσερα , αμέτρητα κομμάτια , πάντα ήσουν κομμάτια ρε , πάντα θραύσματα μικρά και έτοιμα να εκραγούν ανά πάσα στιγμή , μια ζωή εμπόλεμο τοπίο σε θυμάμαι σε έναν διαρκή εμφύλιο άνευ λόγου ή μετά λόγου , δεν έχει σημασία!
ΑΛΤ! Σταμάτα! Θα σε σκοτώσω ακόμα κι αν κάνεις πως αναπνέεις!
Θα σου κάνω το κρανίο μια μάζα αίμα και εγκεφαλικής ουσίας . Θα γίνω «ιδιαζόντως απεχθής» για σένα χρυσό μου , αγάπη μου, μάτια μου, καρδιά μου και θα πράξω το επίσης ιδιαζόντως ειδεχθές να ησυχάσεις εσύ από τον εαυτό σου και εγώ από όλους αυτούς τους σκοτεινούς που εμπορεύθηκαν κατ΄ εξακολούθηση την παρθένα μεγαλοφυΐα μου.
Α.. ναι! Θα κάνω έγκλημα !
Και θα το πράξω όσο δύναμαι πιο φρικτό κτο-φρι φρι κτο φρικτότατο-ναι-τατο φρι .
Θα σε σκοτώσω πρώτα , δεν θέλω να υποφέρεις , είμαι καλός εγώ.
Μετά , θα χαζέψω το πτώμα σου για ώρα και νομίζω ότι θα ασελγήσω πάνω του και θα προσπαθώ να αποφασίσω αν πρέπει να κλαίω να γελάω ή να μην κάνω τίποτα από αυτά τα δυο.
Στη συνέχεια θα σε τεμαχίσω, μετά θα κλαίω και θα ξερνάω αλλά δεν πειράζει- και θα σε χτίσω σε ένα κουτί από μπετόν.
Μόλις στεγνώσει το μπετόν θα σε μεταφέρω με τη βάρκα και θα σε ρίξω στο πέλαγος.
Κανείς δε θα σε βρει εκεί .
Τώρα θα ξημερώσει .
Ήλιος χρυσός θα βγει και όλα θα ξεχαστούν .
Ποτέ δε σε γνώρισα , ποτέ μα ποτέ δε σε σκότωσα , όλα ένα κακό όνειρο ήταν , πάει , πέρασε.
Με κόπο θα ξαναπάω στον καθρέφτη και θα με κοιτάξω για ώρα και θα είναι σα να κοιτάω έναν άλλο , όπως πάντα γινόταν δηλαδή.
Ωραία να επιστρέφει κανείς στην τάξη. Την ηρεμία .
Την μονίμως κρυμμένη γλυκύτητα .
Ξέρεις, δεν είναι μόνο αυτός που βλέπω στον καθρέφτη.
Είμαι και αυτός που ακουμπάω , όταν για παράδειγμα καμιά φορά τσιμπάω το πρόσωπό μου , τραβάω τα μάγουλα μου , κόβω με το μαχαίρι τα μπράτσα μου. Δεν πονάω , κάποιος άλλος είναι αλλά με εξοργίζει γιατί δεν μου λέει για τον πόνο του τίποτα. Δεν θέλει να τον παρηγορώ.
Έτσι , νιώθω να με πνίγει η αδικία!
Ο ηλίθιος δεν έρχεται να μου πει : πο-πο-πο-ναααααω!
Αχ πως ..νάω, νοπάω, οπνάω,πονάω , πο!
Δεν το λέει ο αλήτης σε μένα! Που γεννήθηκα για να είμαι βάλσαμο σε όσους πονούν! Και όταν δεν πονάνε τους πονάω εγώ-χωρίς να το ξέρουν- για να συναντήσουν μετά ,την ευτυχία της παρηγοριάς σε μένα!
Τι θρίαμβος !
Ψέματα;
Να για δες! Την βλέπεις αυτήν που έρχεται; Κοίτα! Έχει το κλασικό ύφος της στερημένης και κουρασμένης γυναίκας! Κανένας δεν την καταλαβαίνει και έχει πολύ καιρό να γαμηθεί.
Πρώτα θέλει παρηγοριά. Όχι όμως για τις ήδη υπάρχουσες δυστυχίες της. Αυτές τις έχει συνηθίσει , ζει μαζί τους για χρόνια.
Κοίτα! Κοίτα ! σκέψου την ευτυχισμένη! Να αποβάλει την δυστυχία της δια των δακρύων να πονάει μετά σχεδόν από τους οργασμούς , να αλλάζει ζωή για λίγο και εκεί ακριβώς ααααααααααχ! Τσουπ!
Να, η δυστυχία, ξαναφυτρώνει μπροστά της .
Τότε πρέπει να τρέξω εγώ , να την παρηγορήσω. Να την πάρω αγκαλιά μου και να την κάνω να νιώσει ασφάλεια απέραντη σα να έγινε το σύμπαν ολάκερο ένα θερμό λουτρό.
Ξέρεις , έτσι ξεχνάω και εγώ ότι υπάρχω δίχως να υπάρχω.
Ξεχνάω ότι μέσα μου κατοικεί ένας άλλος
που μέσα του κατοικεί ένας άλλος
που μέσα του κατοικεί ένας άλλος
και πάει λέγοντας, δεν ξέρω μέχρι που.
Τότε δεν υπάρχω στ αλήθεια .
Είμαι μόνο μια παρηγοριά για την δυστυχία που κρατώ στα χέρια μου. Τίποτα άλλο.
Τώρα πια δεν γίνονται αυτά τα πράγματα.
Η εποχή μας είναι κυνική και σκληρή και συχνά οι άλλοι δεν επιθυμούν την παρηγορητική μου τέχνη , δεν την έχουν ανάγκη .
Άσε που με πήραν και χαμπάρι τελικά. Δηλαδή τι πήραν χαμπάρι; Το ότι δεν υπάρχω.
Έγινε παρούσα η απουσία μου , χωρίς να το καταλάβω ενώ πάντα , μια ολάκερη ζωή η παρουσία μου ήταν που απουσίαζε.
Τέρμα οι συγκινήσεις , τα δάκρυα , τα λόγια , τέρμα όλα .
Το μόνο που ακόμα μου φέρνει μια κάποια ηδονή , αλλά και αυτή φεύγει σιγά σιγά είναι όταν βρίσκω καμιά ενδιαφέρουσα πορνό φωτογραφία που να έχει ένα κάποιο ερωτισμό , να μην είναι δηλαδή τελείως χύμα ένα μουνί κει πέρα .
Πάλι , συλλαμβάνω τον εαυτό μου να ψάχνω την δυστυχία στο βλέμμα της γυμνής γυναίκας..
Φαίνεται πως κάποιο μέρος του μυαλού μου , επιθυμεί να την παρηγορήσει.
Αλλά φευ! Πως να παρηγορήσεις μια φωτογραφία;
Έτσι ,αναγκάζομαι να υπάρξω για λίγο και αυνανίζομαι με μανία κοιτώντας πότε το προσφερόμενο στο χαρτί κορμί και πότε τα μάτια της.
Πού και πού κλείνω και τα δικά μου και θυμάμαι .
Με τη μνήμη αυτή και το παντελόνι λερωμένο πάω στον καθρέφτη και μιλάω σε αυτόν που βλέπω μέσα στο γυαλί:
Θυμάσαι πως μυρίζει το αίμα;
Θυμάσαι την γλυκιά ζεστή γεύση που έχει σαν το φέρνεις στα χείλη;
Θυμάσαι τότε που οι πληγές σου ήταν ακόμα νέες κι ανοιχτές , σαν τις ρωγμές του τοίχου μετά τον σεισμό του προηγούμενου λεπτού;
Μετά , με σκοτώνω ξανά.
Με τωνώ να ξα σκο τα τώνω σκοτώ να ξα!
Χύσε .
0-0-0-0-0-0-0-0-0-0-0-0-0-0-0-0-0-0-0-0-0-0-0-0-0-0-0-0-0-0-0-0-0-0
Το σχέδιο στην κεφαλή του κειμένου είναι ο Νεκρός Χριστός του Hans Baldung Grien (1511)
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
24 σχόλια:
Αυτόν τον ''άλλον'' που κοιτάτε στον καθρέφτη,τον αγαπάτε ποτέ,κάποτε,πάντα?
Και την άρνησή του να πει ''πονάω'',τη σιωπή του,την εκλαμβάνετε,ποτέ,πάντα,κάποτε,σαν την άλλη όψη της κραυγής?
Αυτό το είχα ανακαλύψει μόνη μου, όταν σας "πρωτουποψιάστηκα", φίλε μου :)
Και μετά σας είδα :)
"Έγινε παρούσα η απουσία μου , χωρίς να το καταλάβω ενώ πάντα , μια ολάκερη ζωή η παρουσία μου ήταν που απουσίαζε".
Ξέρω πως γράφεται η απουσία. Πως σβήνεται μπορείς να μου πεις;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;
Καλησπέρες από το υπερπέραν
Καλησπέρα Γιώργο. Κλείσε τα σχόλια σε αυτό το άρθρο...
Σ:{
Πέρασαν οι μέρες που μας πλήγωσαν.
Γίνανε παιχνίδι στα χέρια των παιδιών.
Καλημέρα.
Αλλο (αντ)έγραψα αλλά μου θύμισες πολύ τη Γώγου.
Πού είναι η Ανοιξη;
άναυδο γιατί;;;
:)
Και μια άλλη ερώτηση
τί ακριβώς εννοεί ο alombar42 γράφοντας "μου θύμισες τη Γώγου';;;
Πού θυμίζεις Γώγου;;;
Αλκυόνη, εννοώ τον τρόπο που γράφει, τον τρόπο που ξορκίζει τον εαυτό του. Τη σύνθεση κυνισμού και ευαισθησίας.
Φυσικά μπορεί να μην έχει καμμία σχέση και να είναι "σκουριασμένη" η δική μου ανάμνηση από τη Γώγου.
Είχα , στην αρχή αποφασίσει να μην συνοδέψω το Αυνανιστού Εγκώμιον με σχόλιο δικό μου. Προτίμησα να το αφήσω να μιλήσει μόνο του. Ωστόσο κάποια σχόλια, με οδήγησαν στο να γράψω εδώ, μερικές σκέψεις, έστω και σαν αφορμή σαν πιο συγκεκριμένη συζήτηση, ακόμα και πάνω στη φόρμα.
Το κείμενο, δεν είναι…αυτοβιογραφικό. Η Ποίηση και η Γραφή –αν γίνεται με σύστημα και δουλειά , αν είναι κάτι που ενδιαφέρει τον κάθε γράφοντα να το «πάει παρακάτω» τόσο σαν «Ιδέα» όσο και σαν φόρμα, μπορεί να έχει ένα αρχικό άλλοτε συνειδητό και άλλοτε λανθάνον προσωπικό ερέθισμα, αλλά, μέχρις εκεί. Από αυτό το σημείο και μετά, το «προσωπικό» πρέπει να …υποστεί την «αναγωγή» στο γενικό ή εν πάση περιπτώσει να βγει από τα στενά όρια των ασφυκτικά προσδιορισμένων προσωπικών συναισθημάτων. Όταν κάποιος δουλεύει πάνω σε κάτι, ποίημα, μουσική, πίνακα, λειτουργεί (υποθέτω) σαν τον γλύπτη που αφαιρεί από την πρώτη του ύλη, το μάρμαρο ας πούμε ότι είναι περιττό , προσθέτει όπου νιώθει πως πρέπει να προσθέσει κοκ. Είναι, δουλειά. Πως αλλιώς να το πω; Δεν είναι με κανένα τρόπο «προσωπική εκτόνωση» Όταν το έγραψα αυτό, μέσα μου κυριαρχούσε ο εκνευρισμός ή και η αηδία για το απέραντο δήθεν στις διαπροσωπικές σχέσεις των ελλήνων, όπου συνήθως ο Άλλος, είναι απλά η αφορμή για να προβάλλουμε πάνω του ισοπεδωτικά το δοκό μας ego. Δεν θυμάμαι ακριβώς. Και δεν θυμάμαι γιατί δεν υπεισέρχεται πουθενά κάποιο έντονο προσωπικό στοιχείο. Όπως ας πούμε στο Κύπρος Χαλκού, στο οποίο η ματιά, είναι πού συγκεκριμένη και πολύ προσωπική. Δεν ξορκίζω τον εαυτό μου εδώ. Δε νομίζω να ξορκίζω τίποτα. Με ενοχλεί , πάντα με ενοχλούσε (τουλάχιστον από τότε που έπαψα να είμαι έφηβος) η διαρκής εμμονή στον λυρισμό και το μελό για να το πω έτσι. Η ματιά μας στον κόσμο, δεν μπορεί να είναι μία και μοναδική, ο κόσμος είναι πολύ πιο περίπλοκος από κάτι τέτοιο.
Ο Αυνανιστής, είναι «ενοχλητικός». Στα αγγλικά θα το έλεγα disturbing και για κάποιους λόγους αυτή η λέξη αποδίδει πιο καλά τη διάθεσή του αλλά και την πρόθεσή του. Γράφτηκε για να «ενοχλήσει» . Η αφορμή με την οποία το ανέβασα εδώ, βρίσκεται στο προηγούμενο post, σε ένα σχόλιο –απάντηση που έδωσα στον/στην anonymous στο τέλος με αφορμή τον Κρόνο και τν Ελλάδα.
Ο Αυνανιστής, δεν είναι μόνος του, αποτελεί μέρος μιας σειράς κειμένων/ιστοριών που ακούνε στον γενικό τίτλο (προσωρινό ίσως) «ανΩμαλες ιστΟρίες».
Γάτε μου γιατί να κλείσω τα σχόλια;
Φίλε μου Alombar όσο και να σου φανεί περίεργο, την Κατερίνα Γώγου, δεν την ξέρω. Την έχω υπόψη μου, αλλά δεν την έχω διαβάσει.
Η αλήθεια, είναι πως προσπάθησα κάποιες φορές, αλλά για διάφορους λόγους, δεν με «πήρε» δε με κέρδισε-έπεισε.
Το πρόβλημα –αν αυτό είναι πρόβλημα- δεν είναι απαραίτητα στη Γώγου, μπορεί να είναι και δικό μου.
"Θυμήθηκα πως τότε διάβαζα ποίηση, πολύ περισσότερο από όσο τώρα: Σεφέρη, Ελύτη, Αναγνωστάκη, Ρίτσο, Βάρναλη, Γώγου. Αγαπημένος ο Αναγνωστάκης, λατρεμένη η Γώγου. Τώρα δεν διαβάζω ποίηση πια." Το θυμάστε, Γιώργο? Σας είχε κάνει εντύπωση το γεγονός πως δεν διαβάζω ποίηση πια και μου το είχατε γράψει. Ας το διορθώσω λίγο, κι ας πω πως κι εγώ, όπως κι εσείς, διαβάζω τους ίδιους και τους ίδιους ποιητές, όταν νοιώσω την ανάγκη.
Νομίζω, ίσως να κάνω και λάθος, πως για να αισθανθείς την ποίηση πρέπει να είσαι "αθώος". Στα 45 μου είμαι πολύ γιγότερο απ' ότι στα 18... Έτσι επανέρχομαι στα τότε μου αναγνώσματα, το αίσθημα των οποίων ήδη έχω μεταλάβει.
Για παράδειγμα, Δημουλά (στο όνομα της οποίας ορκίζονται φίλοι) διάβασα αρκετά μεγάλη. Με κίνδυνο να διαπράξω ανοσιούργημα λέω: δεν με άγγιξε.
Ενώ η Γώγου... Αυτή η αίσθηση ότι "ξερνάει" τη ζωή της στο χαρτί, τόσο απίστευτα αυτοβιογραφική και τόσο σκληρή με όλους και κυρίως με τον εαυτό της... Η Γώγου με έχει στοιχειώσει.
'Ισως επειδή τρέφω μια συμπάθεια για τους "καταραμένους" :)
Να 'εχετε ένα όμορφο πρωϊνό, Γιώργο.
:))))
Δεν βρίσκω το συγκεκριμένο ποίημα που μου έφερε αυτές τις σκέψεις...
Εχει λίγα λόγια εδώ και επίτρεψέ μου να σου δώσω ένα δείγμα γραφής της:
---
(απόσπασμα: Ιδιώνυμο)
Θαρθεί καιρός που θα αλλάξουν τα πράγματα.
Να το θυμάσαι Μαρία.
Θυμάσαι Μαρία στα διαλείμματα εκείνο το παιχνίδι
που τρέχαμε κρατώντας τη σκυτάλη
-μη βλέπεις εμένα- μην κλαις. Εσύ εισ' η ελπίδα.
Ακου, θάρθει καιρός
που τα παιδιά θα διαλέγουν γονιούς
δε θα βγαίνουν στην τύχη
Δε θα υπάρχουνε πόρτες κλειστές
με γυρμένους απέξω
Και τη δουλειά
θα τη διαλέγουμε
δε θάμαστε άλογα να μας κοιτάνε στα δόντια.
Οι άνθρωποι -σκέψου!- θα μιλάνε με χρώματα
κι άλλοι με νότες.
Να φυλάξεις μονάχα
σε μια μεγάλη φιάλη με νερό
λέξεις και έννοιες σαν και αυτές
απροσάρμοστοι-καταπίεση-μοναξιά-τιμή-κέρδος-εξευτελισμός
για το μάθημα της ιστορίας.
Είναι Μαρία -δε θέλω να λέω ψέματα- δύσκολοι καιροί.
Και θαρθούνε κι άλλοι.
Δεν ξέρω -μην περιμένεις και από μένα πολλά-
τόσα έζησα, τόσα έμαθα, τόσα λέω
κι απ' όσα διάβασα ένα κρατάω μόνο:
"Σημασία έχει να παραμένεις άνθρωπος".
Θα την αλλάξουμε τη ζωή!
Παρ' όλα αυτά Μαρία.
---
(ολόκληρο: Τα σύνορα της πατρίδας μου)
Τα σύνορα της πατρίδας μου αρχίζουνε
απ τα ψητοπωλεία του Μινιόν
περνάνε από τα καμένα ξύλα του Περοκέ και πέρα ...
Η ζωή από κει παίζει βρώμικο ξύλο με τη ζωή
στριμώγνει τα καλύτερα παιδιά της σε φαγωμένες σκάλες
τους στρώνει στο " Θανάση " σημαδεμένη τράπουλα από χέρι
τους περνάει μπρασελέ και ματωμένους σουγιάδες
και μπότες γυαλιστερές πορτοκαλιές με 10 πόντους τακούνι
Ζόρικο αντριλίκι τα γεννητικά τους όργανα
τα Άγια των Αγίων κι αλλιώτικο φιλότιμο
ώσπου μια μέρα - Παρασκευή μπορεί -
τους ρίχνει από κοντά επιδέξιους κώλους
καρφώνουνε τον αντρισμό τους
τους φέρνει καπάκι
κι ύστερα ευνουχισμένοι με τη γλώσσα κολλημένη στον ουρανίσκο
με το μαντήλι που σκουπίστηκαν
ένα με την καφέ του ρίγα περιθώριο γύρω γύρω
πνίγουν με ισόβια
φωταγωγημένα καράβια εφοπλιστικά κεφάλαια ξωτικές
θάλασσες Παναμαικές σημαίες χρεωμένες τραγουδίστριες
και τα δικά τους ταξίδια στη θάλασσα με καρπουζόφλουδες
το ξεχειλωμένο μαγιώ απ το περίπτερο
και την τσατσάρα - πουτάνα ζωή - μαγκιά τους στο πλάι
- κανείς δεν ξέρει
- κανείς δεν είδε
19 20 21 χρονώ και τέλος .
Κάτι ακόμα.
Ξορκίζω κάτι που με στοιχειώνει, για διάφορους λόγους. Ο αυνανιστής αισθάνεται ένοχος, όχι γιατί θέλει αλλά γιατί έτσι έμαθε πως πρέπει. Ξορκίζει τις ενοχές του μέσα από το κείμενο. Αποτυχημένο το προηγούμενο σχόλιο - δεκτόν.
Το δεύτερο πρόσωπο για ευκολία και μόνο. Καιρό τώρα σκέφτομαι ένα κείμενο πάνω στο "πόσο μας αγγίζουν τα έργα μας" ή πόσο από τον εαυτό μας βάζουμε σε αυτά και τελικά πώς προσεγγίζεται αυτή η σχέση. Αιτίες η ποίηση, η φωτογραφία, η μουσική... και αφορμή το cybersex και αυτά που διάβασα σε επίσημα sites, όπου υπάρχουν λέει άνθρωποι που χωρίζουν επειδή κάνουν cybersex με άλλους, εν αγνοία του επίσημου συντρόφου.
Κάποιοι το βρήκαν λογικό να χωρίσουν, εγώ εντελώς παράλογο...
Πολύ -πολύ βιαστικά γιατί είμαι κυριολεκτικά στον ατμό-έχω εκπομπή σε μισή ώρα και είμαι ακόμα σπίτι(...)
CD,ένα πράγμα που πάντα με εκνεύριζε-και συνεχίζει να με εκνευρίζει στον τόπο μας- είναι η άκριτη αποδοχή των στερεότυπων και η απόλυτη αδυναμία κρίσης. Συναντάς μονίμως είτε την απόλυτη υπερβολική αποδοχή σε σημείο εξοργιστικό (απίθανο, αριστούργημα, συγκλονιστικό, ανατριχιαστικό, ανείπωτο, μοναδικό κλπ κλπ-χωρίς ποτέ μια στοιχειώδη ανάλυση του ''γιατί όλα αυτά'') είτε την απόλυτη απόρριψη, μονολεκτική συνήθως...: ''μαλακίες'', επίσης χωρίς την παραμικρή ορθολογική ανάλυση. Διατελούμε διαρκώς είτε σε μία ωκεάνια ''συγκίνηση'' με λεκτικές υπερβολές, είτε σε μία αβυσσαλέα άρνηση. Με απόλυτη απουσία διεργασίας.
Το χειρότερο, όταν κάποιο ''ιερό τέρας'' προσωπικά δε σε αγγίζει. Μικρός, ένιωθα εξαιρετική δυσκολία να εκφράσω την αδιαφορία μου στον Καζαντζάκη. Οι πάντες γύρω μου ήταν μονίμως σε έκσταση.
Όχι, δεν πράττεις πουθενά ''ανοσιούργημα'' που δεν σε αγγίζει η Κική Δημουλά-προσωπικά ούτε εμένα. Από τις ''γυναικείες φωνές'' στα ελληνικά γράμματα, νιώθω ως πιο αυθεντική την Κατερίνα Αγγελάκη Ρουκ. Αυτά , πάρα πολύ βιαστικά.
κάτι έγινε με τον blogger?
Σε άκουσα κάποτε να συγκρίνεις μια ποιήτρια με την Γώγου. Σε άκουσα με τ'αυτιά μου να το κάνεις. Νόμιζα πως είχα καταλάβει το γιατί. Τώρα που δηλώνεις ότι δεν έχεις διαβάσει τη Γώγου, δεν ξέρω γιατί το έκανες. Χαίρομαι που έγινε αφορμή το θέμα μας, να ανεβάσεις το εγκώμιο. Περιττό να σου πω ότι κι εγώ δεν το βλέπω πρώτη φορά. Επίσης δεν θα το περιέγραφα με καλύτερο τρόπο "Όταν το έγραψα αυτό, μέσα μου κυριαρχούσε ο εκνευρισμός ή και η αηδία για το απέραντο δήθεν στις διαπροσωπικές σχέσεις των ελλήνων, όπου συνήθως ο Άλλος, είναι απλά η αφορμή για να προβάλλουμε πάνω του ισοπεδωτικά το δοκό μας ego". Και παρακάτω για τα θετικά σχόλια τα αα και τα ουυ και τα ωωω, και τα αρνητικά ..."μαλακίες". Μέσα σε όλα αυτά, κάποιοι σκύβουν, σκαλίζουν και το κακό είναι δεν σκαλίζουν μόνο το έργο μπροστά τους, αλλά τις πληγές που ανοίγουν ξανά στη θέα του. Βουτάς το στυλό σου στο αίμα και με τη σκέψη σου πάντα επάνω στην αγωνία και την προσπάθεια του δημιουργού, κάθεσαι να πεις δυο λόγια. Καμιά φορά τα λόγια είναι πολλά. Η περιπλάνηση μεγάλη. Χαίρεσαι στο τέλος που το έκανες κι ας ξέρεις πως κόπυ πέηστ τα λόγια σου δεν γίνονται, και χαίρεσαι κι όλας που έτσι το κατάφερες. Σίγουρα πολλοί το έχουν κάνει αυτό. Σίγουρα κι εσύ για κάποιον άλλο δημιουργό. Σε θυμάμαι στο λάλον ύδωρ του Ασωνίτη. Σημασία έχει να σ΄εχει παιδέψει αυτό που τελικά καταθέτεις σαν εντύπωση. Να έχεις υπάρξει απεναντί του συνεπής και ειλικρινής,όσο το κατάφερε με σένα το ίδιο το έργο. Η Γώγου πάντως δεν μπορεί να σου ζητήσει το λόγο για τίποτα. Κάποιοι άλλοι είναι που περιμένουν να τους δικαιώσεις. Και περιμένουν.
Προς τί τα μίση και ο αλληλοσπαραγμός;;;
Μετανοείτε χριστιανοί, ήγκυκεν η ώρα της κρίσης...
Καλημέρα σε όλους.
@ Anonymous...Αν δεις τη διατύπωσή μου προσεκτικά, έχει δύο σκέλη.
Λέω , «δεν την έχω διαβάσει» που για μένα σημαίνει πως δεν έχω «μπει» στη δουλειά της βαθιά, να την πάρω συστηματικά από την αρχή μέχρι το τέλος και, μετά προσθέτω «προσπάθησα κάποιες φορές, αλλά δε με κέρδισε, δε με πήρε» πράγμα που σημαίνει πως την «είδα» αρκετά σε εκείνη τη φάση ώστε να μην επιχειρήσω να εντρυφήσω πιο πολύ. Επαρκώς όμως, ώστε να μπορώ να κάνω μία αναγωγή που αφορά σε κάποιο ύφος /θεματολογία / ενδεχόμενη συγγένεια με τη δουλειά κάποιου άλλου. Υποθέτω, μιλάς για τα ποιήματα της Μπάλιου, τα οποία για μένα , κάποια τουλάχιστον, υπερτερούσαν κατά πολύ από ότι μου είχε «αποπνεύσει» η Γώγου.
Νομίζω, πως είναι προφανής λοιπόν ο λόγος για τον οποίο το έκανα.
Ήσουν και στην παρουσίαση που είχα κάνει στο Λάλων Ύδωρ του Ασωνίτη;;;
Τελικά θα ήταν ενδιαφέρον να μου πεις που δεν ήσουν. Ίσως δεν ήσουν λοιπόν στην παρουσίαση του βιβλίου «Μηχανικά Δέντρα» του Παπαδημητρίου, ενός εξαιρετικά ενδιαφέροντος ποιητή που έφυγε από τη ζωή πάρα πολύ πρόωρα. Κάποια στιγμή, ελπίζω σύντομα , θα ανεβάσω εδώ ποιήματά του και ένα σύντομο χρονικό για την γνωριμία μου μαζί του, γνωριμία που δυστυχώς κράτησε λίγο.
Φίλε/η anonymous δεν ξέρω «τι περιμένουν οι άλλοι από μένα». Και δε με ενδιαφέρει κιόλας. Αυτό που έχει σημασία, είναι το τι περιμένω εγώ από εμένα. Στο κάτω- κάτω, μόνο έτσι μπορεί να «συναντηθούμε».
@ Alombar σ ευχαριστώ για τα σχόλιά σου αλλά και για τα ποιήματα. Το Ιδιώνυμο, το ξέρω. Διαβάζοντας τα Σύνορα της πατρίδας μου, σκεφτόμουν πως δεν είναι η Ποίηση της Γώγου που με κρατά σε απόσταση, αλλά μια εποχή ολόκληρη, μια εποχή που –κατά τη γνώμη μου- ναρκισσεύθηκε πολύ με την αυτοκαταστροφή και την
αυτοπεριθωριοποίηση.
Περαστική, κυριακάτικα, για να αφήσω μια βροχερή καλημέρα (απ' έξω μας....από μέσα μας έχει πάντα λιακάδα)
:)
Hello from Canada, dear. Yes, I would like to read your blog, but unfortunately I cannot. Well, anyways ... thank you for Plato and Aristotle.
XOXO
Reese
Ποιος βρήκε το βάρος της ανείδωτης δικαίωσης
μεγαλύτερο απ’ τη χαρά
της εφήμερης καλημέρας;
Και γιατί;
Έτσι κι αλλιώς τα υποκείμενα εν αγνοία τους τελούν
ως αστερίσκοι και παράγραφοι στου μέλλοντος τις αφηγήσεις.
Τι ψυχοφθόρα κούραση η πίστη
και η πειθώ
εκεί που μόνο το αυταπόδεικτο
θα είχε θέση...
Κουράστηκα φίλε μου.
Τι ψυχοφθόρα κούραση η πίστη
και η πειθώ
εκεί που μόνο το αυταπόδεικτο
θα είχε θέση...
πόσο πολύ είναι έτσι, πόσο μα πόσο πολύ...αφόρητα πολύ μερικές φορές.
Τελείωσε η δουλειά μου εδώ μέσα. Βαρέθηκα να σε κλωτσάω να το κάνεις υπερκόσμιε μπέμπη. Κάτσε συνέχισε και μην κλωθογυρίζεις. Ανάλυσε και τις τρεις διαστάσεις της λέξης... δικαίωση. Κάνε ένα μακροβούτι ακόμα μέσα σου δύτη. Υπάρχει ένας ενεστώτας διαρκείας στους βυθούς σου. Όταν τον βρεις, δεν θα τολμήσεις να ξανάρθεις στην Αθήνα χωρίς να το ξέρω. Καλή αντάμωση.
ακόμα και τώρα συγχρονισμός. Είμαστε απίστευτοι
Α ναι; για φαντάσου. Σαν πολύ δεν είναι όλο αυτό για έναν επιμόνως ανώνυμο σχολιαστή;
Στην Αθήνα ανεβαίνω για να δω την Κόρη μου και τη Μητέρα μου.Και αν βολέψει, στα πεταχτά να δω ένα δυο ανθρώπους που είναι πάντα σε επαφή μαζί μου.
Και επιστρέφω γρήγορα πίσω, γιατί το σπίτι μου και η Ελένη είναι εδώ και δε μου αρέσει να είμαι αλλού.
Περιθώρια για ''μυστήρια'' και περίεργα,κυρίως ανώνυμα και ανεξήγητα, ειδικά όταν υπερβαίνουν τα όρια, δεν έχω. Over& out.
..αφού τελείωσες και τη δουλειά σου εδώ...
Δημοσίευση σχολίου